Σινεμά στο Πιάτο, 13-10-2009
Το κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι (Peter Webber, 2003)
ArtO2 (Chef: Ettore Botrini)
H ταινία βασίζεται στο ομώνυμο best-seller της Tracy Chevalier και πραγματεύεται τη σχέση ανάμεσα στον διάσημο Ολλανδό ζωγράφο του Μπαρόκ Jan Vermeer van Delft και την υπηρέτριά του που αποτέλεσε το μοντέλο για τον πίνακα «Το κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι». Η υπόθεση είναι, βεβαίως, καθαρή μυθοπλασία και μάλλον όχι πολύ κινηματογραφική. Υποθέτω, δηλαδή, ότι το βιβλίο είναι καλύτερο (δεν το έχω διαβάσει) από την ταινία, η οποία είναι αρκετά στατική. Την ταινία σώζουν η φωτογραφία και η σκηνογραφία που καταφέρνουν να μεταφέρουν τον θεατή στο Ντελφτ του 1660. Οι χρωματικές και τονικές αντιθέσεις, οι πλούσιες υφές, το κατευθυντικό, φυσικό φως που ζωντανεύει ανθρώπους και αντικείμενα, όλα παραπέμπουν στην ολλανδική ζωγραφική του 17ου αιώνα, την οποία αγαπώ ιδιαίτερα. Αυτό ήταν αρκετό να παρακολουθήσω ευχάριστα την ταινία, σε συνδυασμό με τις καλές ερμηνείες (δεν αναφέρομαι στη Johansson που δεν χαρακτηρίζεται από μεγάλη ερμηνευτική γκάμα--σε όλο το έργο έχει μιάμιση έκφραση). Θα σταματήσω εδώ γιατί φοβάμαι ότι θα παρασυρθώ και θα προβώ σε κριτική του έργου μέσα από σχολιασμό της μπαρόκ ζωγραφικής των Κάτω Χωρών.
Και ερχόμαστε στο φαγητό. Ο Ettore Botrini είναι δικαιολογημένα ένας από τους διασημότερους Έλληνες σεφ. Ξέρει να μαγειρεύει χρησιμοποιώντας απλά, καλά υλικά και ευφάνταστες μεθόδους παρασκευής και παρουσίασης. Ο Botrini έγινε γνωστός στο ευρύτερο κοινό χάρη στη σειρά που παρουσιάζει στον Alpha, η οποία έχει ενδιαφέρον για πολλούς λόγους--αλλά αυτό θα αποτελέσει θέμα μελλοντικού άρθρου.
Το μενού που μας περίμενε στο ArtO2 προέβλεπε τα εξής:
MYSTERY PEARL BOX
Κουτί με θαλασσινά και μαργαριτάρια από τζίντζερ (τεχνική σφαιροποίησης)
Σαμαρόπετρα Κυρ-Γιάννη
COLORS OF PASSION
Θαλασσινά με διάφορες κρέμες από βότανα
Σαμαρόπετρα Κυρ-Γιάννη
UNREQUITED LOVE
Πιάτο με κυνήγι και πάστα
Παράγκα Κυρ-Γιάννη
WHITE PEARLS EXPLOSION
Σφαίρες από γιαούρτι με μέλι και άρωμα λεβάντας
Αν έπρεπε να περιγράψω το μενού με λίγες λέξεις θα το χαρακτήριζα ως ένα απολαυστικό κρεσέντο.
Το πρώτο πιάτο με απογοήτευσε λίγο: Το «κουτί» ήταν μια μικρή σφολιάτα σχήματος ορθογώνιου παραλληλεπίπεδου, η πάνω επιφάνεια της οποίας ήταν χρωματισμένη με μελάνι σουπιάς. Δίπλα βρισκόταν ένα λυγισμένο κουτάλι που φιλοξενούσε κάτι που έμοιαζε με ρώγα από σουλτανί σταφύλι. Η γέμιση του κουτιού ήταν νόστιμη αλλά η γεύση της σφολιάτας την υπερκάλυπτε. Όσο για τη ρώγα του σταφυλιού, ήταν τα «μαργαριτάρια από τζίντζερ». Η τεχνική της σφαιροποίησης έχει γούστο: Το υγρό περιεχόμενο της σφαίρας καλύπτεται από λεπτή επιδερμίδα που εκρήγνυται στο στόμα. [Note to self: Πώς τη φτιάχνουν την μπαλίτσα; Ο This λέει τίποτα σχετικά; Μούμπλε μούμπλε... Μου θύμισε εκείνες τις μαλακές μπαλίτσες με έλαια μπάνιου που ήταν της μόδας όταν ήμουν στο γυμνάσιο. Κουφός συνειρμός;] Η ενλόγω σφαίρα με απογοήτευσε οπτικά γιατί δεν έμοιαζε καθόλου με πέρλα ή άλλο κόσμημα. Ίσως να ήθελε λίγη φαγώσιμη mica ή κανένα μικρούτσικο φυλλαράκι χρυσού, κάτι τέλος πάντων που να παραπέμπει σε κόσμημα και όχι σε σταφύλι. Ή μήπως εγώ τα βλέπω όλα μέσα από το πρίσμα των εικαστικών και της οπτικής επικοινωνίας;
Το πιάτο με τον τίτλο «Colors of Passion» είχε γαρίδες και σουπιά (νομίζω) που περιβάλλονταν από 3 διαφορετικές κρέμες: Καθεμιά είχε άλλο άρωμα, χρώμα και υφή. Μου άρεσε αυτή η ποικιλία αλλά λιγάκι με μπέρδεψε (ο πτωχός μου εγκέφαλος δυσκολεύεται να επεξεργαστεί πολλά ερεθίσματα ταυτόχρονα), με αποτέλεσμα να δυσκολεύομαι να προβώ σε λεπτομερή σχολιασμό του πιάτου, οπότε θα αρκεστώ στο γενικόλογο: Νόστιμο και ισορροπημένο. Παρόλαυτα, αδυνατώ να συσχετίσω τον τίτλο με το πιάτο. Δεν κατάφερα πουθενά να εντοπίσω πάθος.
Το πιάτο με κυνήγι και πάστα με ενθουσίασε μόλις το είδα: Οι φετούλες πάπιας ήταν ξαπλωμένες πάνω σε βελούδινο πουρέ πατάτας ενώ μια διαγώνια πινελιά βερμιγιόν σάλτσας έδινε έναν δυναμικό τόνο. Τη σύνθεση ολοκλήρωναν ένα baby καροτάκι και τρεις πένες (ναι, το ζυμαρικό ήταν μόλις τρεις πένες). Λατρεύω την πάπια και τυ συγκεκριμένη την απόλαυσα γιατί ήταν αρωματική, τρυφερή, ψημένη όσο έπρεπε και ήπια καρυκευμένη. Δεν κατάφερα να αποκωδικοποιήσω τι περιείχε η βερμιγιόν σάλτσα αλλά τόσο το χρώμα όσο και μια υποψία στυπτικότητας μου έφεραν στο μυαλό sumac. Ο τίτλος του πιάτου (Αγάπη χωρίς ανταπόκριση) θα μπορούσε να αναφέρεται στη σχέση των επιμέρους στοιχείων του πιάτου. Ή και όχι.
Το καλύτερο, όμως, για μένα ήταν το επιδόρπιο. Δύο σφαίρες από γιαούρτι με μέλι συνοδευόμενες από χαβιάρι... ταπιόκας. Η ταπιόκα είναι από τα πιο άνοστα πράγματα του σύμπαντος, οπότε όταν μας είπε ο σερβιτόρος τι ήταν, προβληματίστηκα λίγο. Είχα, όμως, άδικο γιατί ήταν αρωματισμένη με λεβάντα και η χαβιαροειδής υφή της ήταν τέλεια. Η λεπτή γεύση και η συναρπαστική υφή του γλυκού με έκανε να μη θέλω να τελειώσει. Encore!
Και τώρα θα γκρινιάξω λιγάκι. Το πρώτο μου παράπονο αφορά τους σερβιτόρους, οι οποίοι δεν φαίνονταν καλά εκπαιδευμένοι. Το σέρβις ήταν λίγο ανοργάνωτο (κάποιοι σερβιρίστηκαν πρώτοι ενώ ήρθαν αργότερα, τα δικά μας ποτήρια κρασιού άργησαν πολύ να γεμίσουν με το πρώτο κρασί) και οι σερβιτόροι ήταν λιγάκι αμήχανοι, με αποκορύφωμα όταν ο δικός μας έβγαλε σκονάκι από την τσέπη για να θυμηθεί τι είναι αυτό στο επιδόρπιο (ήταν η ταπιόκα)--και μάλιστα χωρίς να τον ρωτήσουμε εμείς!
Η άλλη παρατήρησή μου στρέφεται στο design του εστιατορίου (εντάξει, ας μου καταλογίσει ο αναγνώστης επαγγελματική διαστροφή). Ο χώρος είναι μεν λιτός και με σύγχρονη αισθητική χωρίς μορφολογικές υπερβολές αλλά είναι επίσης κρύος, απρόσωπος και μάλλον αφιλόξενος. Το χειρότερό μου είναι ο φωτισμός ο οποίος όχι μόνο δεν προσθέτει αλλά αφαιρεί από την ατμόσφαιρα. Το πλέον ενοχλητικό είναι οι κίτρινες λάμπες φθορισμού στα παράθυρα. Το φως τους τύφλωνε τον συνδαιτημόνα μου (καθόμασταν δίπλα στο παράθυρο) και η ψυχρή κίτρινη απόχρωσή του αλλοίωνε τα χρώματα του φαγητού. Επίσης, πολύ αμήχανο βρήκα το διακοσμητικό του τραπεζιού μας: ένα διαφανές μπολάκι (από το IKEA;) με ροζ υγρό στο οποίο επέπλεε ένα σβηστό κεράκι ρεσό (οι σερβιτόροι παρέλειψαν να ανάψουν κι εμείς δεν είχαμε αναπτήρα). WTF? Υπάρχουν τόσα στιλάτα διακοσμητικά στην αγορά... Ειλικρινά, η αταίριαστη ατμόσφαιρα είναι το μόνο πράγμα που θα με αποθάρρυνε από το να επισκέπτομαι συχνότερα το ArtO2. Μου αρέσουν τα εστιατόρια όπου νιώθω πως θα μπορούσα να μείνω εκεί για πάντα.
Και τώρα θα γκρινιάξω λιγάκι. Το πρώτο μου παράπονο αφορά τους σερβιτόρους, οι οποίοι δεν φαίνονταν καλά εκπαιδευμένοι. Το σέρβις ήταν λίγο ανοργάνωτο (κάποιοι σερβιρίστηκαν πρώτοι ενώ ήρθαν αργότερα, τα δικά μας ποτήρια κρασιού άργησαν πολύ να γεμίσουν με το πρώτο κρασί) και οι σερβιτόροι ήταν λιγάκι αμήχανοι, με αποκορύφωμα όταν ο δικός μας έβγαλε σκονάκι από την τσέπη για να θυμηθεί τι είναι αυτό στο επιδόρπιο (ήταν η ταπιόκα)--και μάλιστα χωρίς να τον ρωτήσουμε εμείς!
Η άλλη παρατήρησή μου στρέφεται στο design του εστιατορίου (εντάξει, ας μου καταλογίσει ο αναγνώστης επαγγελματική διαστροφή). Ο χώρος είναι μεν λιτός και με σύγχρονη αισθητική χωρίς μορφολογικές υπερβολές αλλά είναι επίσης κρύος, απρόσωπος και μάλλον αφιλόξενος. Το χειρότερό μου είναι ο φωτισμός ο οποίος όχι μόνο δεν προσθέτει αλλά αφαιρεί από την ατμόσφαιρα. Το πλέον ενοχλητικό είναι οι κίτρινες λάμπες φθορισμού στα παράθυρα. Το φως τους τύφλωνε τον συνδαιτημόνα μου (καθόμασταν δίπλα στο παράθυρο) και η ψυχρή κίτρινη απόχρωσή του αλλοίωνε τα χρώματα του φαγητού. Επίσης, πολύ αμήχανο βρήκα το διακοσμητικό του τραπεζιού μας: ένα διαφανές μπολάκι (από το IKEA;) με ροζ υγρό στο οποίο επέπλεε ένα σβηστό κεράκι ρεσό (οι σερβιτόροι παρέλειψαν να ανάψουν κι εμείς δεν είχαμε αναπτήρα). WTF? Υπάρχουν τόσα στιλάτα διακοσμητικά στην αγορά... Ειλικρινά, η αταίριαστη ατμόσφαιρα είναι το μόνο πράγμα που θα με αποθάρρυνε από το να επισκέπτομαι συχνότερα το ArtO2. Μου αρέσουν τα εστιατόρια όπου νιώθω πως θα μπορούσα να μείνω εκεί για πάντα.
4 σχόλια:
το ξέρεις ότι είσαι μια από τους 60 τυχερούς που δείπνησαν εκεί. Το ενδιαφέρον ήταν τεράστιο. Ερώτηση. Τι είναι βερμιγιόν? εντονο μπλε?
Το συγκεκριμένο εστιατόριο είναι χρόνια μετά τα υπόλοιπα της πόλης. Σήμερα είδα κάτι ιδιοκατασκευές που έχουν κάνει για να σερβίρουν κάποια πιάτα τους. Ιδιοκατασκευές απ΄΄οτι γνωρίζω χρησιμοποιεί μονο ο Αλχάζ. ( Έχω γράψει γι αυτόν, είναι στην ετικέτα σεφ)
Πρόλαβα και έκανα αμέσως κράτηση. Μου είπαν δε ότι θα μας περιμένουν στις 8.30 και όταν απάντησα ότι τότε είναι η προβολή της ταινίας, αντιμετώπισα αμηχανία. «Εμ, θα σας τηλεφωνήσουμε να το επιβεβαιώσουμε.» Ουδέποτε τηλεφώνησαν.
Το βερμιγιόν (vermillion) είναι μια πορτοκαλοκόκκινη απόχρωση.
Ιδιοκατασκευές ε; Πολύ ενδιαφέρον. Τον Αλχάζ δεν τον ξέρω, θα μελετήσω τα γραπτά σου.
ρίξε μια ματιά στο μπλογκρολλ μου. Σε έχω προσθέσει (να βάζεις τίτλο στην ανάστηση, θα είναι πιο εύκολο να διαβάζεται.
Για την εσωτερική αρχιτεκτονική του χώρου: Και εμένα μου φάνηκε λίγο ψυχρός και 'παλαιότερης αισθητικής'. Πάντως αρκετοί κριτικοί και αρθρογράφοι το εκθείασαν ως πολύ καλό δείγμα, λιτού σχεδιασμού... Η αλήθεια είναι ότι αν το συγκρίνεις με τις φανφάρες των λοιπών εστιατορίων......
Δημοσίευση σχολίου