18 Οκτωβρίου 2009

Φάτε μάτια... συνταγές




Έχω από μια θεωρία σχεδόν για τα πάντα. (Ωστόσο επιφυλάσσομαι του δικαιώματος να αναθεωρώ συχνά τις θεωρίες μου.) Ορίστε, λοιπόν, μία περί γεύσης:

Όσο περισσότερο μιλάμε για φαγητό στη χώρα μας, τόσο λιγότερο μαγειρεύουμε στα σπίτια μας και τόσο χειρότερα τρώμε στα εστιατόρια.

Ναι, το ξέρω, χαίρω πολύ, Χαιρόπουλος.

Τι συμβαίνει, λοιπόν; Πού οφείλεται αυτό το παράδοξο; Από τη μια γιατί τόση ενασχόληση με το φαγητό στα μέσα μαζικής επικοινωνίας; Η τηλεόραση είναι τίγκα στις εκπομπές και στα ένθετα μαγειρικής. Από τηλεμάγειρες να φαν' κι οι κότες (αν μερικούς θα προτιμούσα να τους φάει το μαύρο σκότος). Οι εφημερίδες και τα περιοδικά βρίθουν συνταγών και αφιερωμάτων. Φαντάζομαι ότι ακόμα και οι σχολικές εφημερίδες θα έχουν στήλη γευσιγνωσίας.

Κι από την άλλη επιμένω ότι ο μέσος Έλληνας μαγειρεύει λιγότερο από ποτέ και ότι το επίπεδο των εστιατορίων γενικά ουδόλως συμβαδίζει με την τόση συζήτηση γύρω από τη γεύση. Καλά, για κρασί δεν λέω τίποτα. Ο μέσος Έλληνας πίνει ευχάριστα διάφορα χύμα ξίδια (αλλά στη σαλάτα μπαλσάμικο!) και θεωρεί ότι το Μοσχοφίλερο είναι το απαύγασμα του ευρωπαϊκού αμπελώνα.

Η «Καθημερινή της Κυριακής» έχει σήμερα ένα άρθρο που πραγματεύεται την καινοφανή μανία του Νεοέλληνα με τη μαγειρική.

Συμφωνώ με κάποιους από τους εκεί γράφοντες ότι το φαγητό έχει αναχθεί σε απλώς οπτική απόλαυση. Μια μορφή πορνογραφίας. Και μάλιστα πορνογραφίας με δυο πρέζες lifestyle, θα πρόσθετα εγώ. Συμφωνώ, επίσης, ότι πρόκειται για μια αμήχανη, μεταβατική περίοδο, σαν την εφηβεία, η οποία μπορεί (πρέπει;) να οδηγήσει στη ζητούμενη ωριμότητα.

Αναδημοσιεύω τα highlights με κάποια εμβόλιμα σχόλια δικά μου:

Αλέξανδρος Γιώτης: «Είναι σαφές ότι υπάρχει αλαλούμ, αποτέλεσμα της απουσίας μαγειρικού πολιτισμού. Το πλιγούρι μάς σερβιρίστηκε ως κους κους γιατί η λέξη “πλιγούρι” μύριζε “βλαχίλα”. Πάσχουμε από ξενομανία απίστευτη, αγοράζουμε προσούτο ξεχνώντας το χοιρομέρι, χάθηκαν οι παραγωγοί, αγνοούμε ότι το προσούτο είναι συνήθως μαζικής παραγωγής, υιοθετούμε το οτιδήποτε για να κοκορευτούμε στους φίλους μας: φάγαμε κροκόδειλο, στρουθοκάμηλο κ. λπ. Κι όλα αυτά χωρίς να επωφεληθούμε από τα καλά της παγκοσμιοποίησης, να πάμε να αντιγράψουμε τις τεχνικές ζωμών των Γάλλων για να βελτιώσουμε τα δικά μας πιάτα. Προσωπικά, σε όλο αυτό το σκηνικό βρίσκω αντιστοιχίες με την πορνογραφία»  

Ε λοιπόν, κι εμένα μου κάνει εντύπωση ότι αντιγράφουμε μόνο κακές, εύκολες και βλαχοντίσκο συνήθειες. Π.χ. θυμώνω όταν βλέπω συνταγές που προτρέπουν τον μάγειρα να χρησιμοποιήσει ζωμό σε κύβο μαζί με λάδι τρούφας, ή να φτιάξει σοκολατάκια χωρίς να στρώσει τη σοκολάτα. 

Στέλιος Παρλίαρος: «Ο κόσμος μαγειρεύει. Το βλέπω γιατί διαχειρίζομαι και πρώτες ύλες και σχετικό εξοπλισμό και βλέπω την αύξηση της ζήτησης. Δείτε, επίσης, πόσο πιο καλά ενημερωμένα είναι τα σούπερ μάρκετ ή το μανάβικο της γειτονιάς. Αυτός είναι ένας σημαντικός δείκτης για το πού βρισκόμαστε σήμερα. [...] 

Πράγματι, υπάρχει μια μειονότητα που αγοράζει μυστήριες πρώτες ύλες και εργαλεία. Ή πηγαίνει στο μανάβικο της (καθόλου εστέτ) γειτονιάς μου για να πάρει αβοκάντο και αντίβ. Αλλά σε πόσα σπίτια μπαίνουν αυτά; Σε απόλυτους αριθμούς, τα νούμερα είναι απογοητευτικά. Σε αντίθεση με την τηλεθέαση των εκπομπών μαγειρικής.

Επίσης: «Στην Αμερική, αν ένας αναγνώστης επιχειρήσει να φτιάξει μια συνταγή που διάβασε και η συνταγή δεν του “βγει”, μπορεί να μηνύσει το περιοδικό.»

Εμ, μήπως την κόψαμε λιγάκι χοντρή; Αν ήταν έτσι, το Martha Stewart Living θα είχε κλείσει προ πολλού...

Ντίνα Νικολάου: «Ας πούμε ότι υπάρχει αρκετή προχειρότητα [στο τηλεοπτικό τοπίο], βλέπεις συνταγές κλεμμένες από το Ιντερνετ. Εντούτοις, όλο αυτό που συμβαίνει με τη μαγειρική επιτρέπει στον μέσο Ελληνα να αποκτήσει ένα μέτρο σύγκρισης, να επιλέξει αυτό που του ταιριάζει».

Το τελευταίο είναι το μόνο θετικό. Πες πες, κάτι θα μείνει...

Ο Επίκουρος τα λέει χύμα και τσουβαλάτα: «Η γαστρονομία στην εποχή μας είναι λίγο «τσόντα», ένα ατελείωτο «μπανιστήρι» εικόνων, που χορταίνουν τη φαντασίωσή μας περισσότερο απ’ ό,τι μας διδάσκουν περί την γεύση. Στην εποχή μας, περισσεύουν οι συνταγές και λείπουν οι γαστρονομικές αξίες, εκείνες οι συντεταγμένες που καθορίζουν το καλό φαγητό όποια μορφή κι αν παίρνει, και που κατ’ επέκταση καθορίζουν και την ποιότητα ζωής μας. [...] Η βιομηχανία συνταγών αρχίζει με τον ίδιο τρόπο που ανθίζει και η βιομηχανία πορνό... Ωστόσο, παρ’ όλο που η γαστρονομία στη χώρα μας έχει ταυτιστεί (κακώς) με το lifestyle, τα σούσια, τα μούσια και τις δήθεν αστακομακαρονάδες, όλη αυτή η πορνό βαβούρα γύρω από το φαγητό αποτελεί το αναγκαίο στάδιο για να εξελιχθούμε γαστρονομικά. Προφανώς, περνάμε τη γαστρονομική μας εφηβεία.»

Πες τα, χρυσόστομε! Ελπίζω να έχεις δίκιο για την εφηβεία. Λίγη υπομονή, πολύ Clearasil και η εφηβεία (ίσως) περνάει.

Εύη Βουτσινά: «Καταναλώνουμε συνταγές οπτικά. [...] Αλλά η μαγειρική είναι κομμάτι του πολιτισμού. [...] Τα υλικά έχουν από πίσω τους έναν συγκεκριμένο τρόπο παραγωγής. [Δ]εν αγοράζω ποτέ ντομάτες τον χειμώνα γιατί ξέρω ότι αν τις πάρω θα έχουν καλλιεργηθεί με χημικά βοηθήματα. Υπάρχει, επομένως, μια συγκεκριμένη αλυσίδα σε σχέση με τις τροφές. Η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων που καταναλώνουν εικόνες μαγειρικής δεν έχουν ιδέα για όλη αυτήν την αλυσίδα.» 

Επιτέλους ας συνειδητοποιήσουμε ότι η μαγειρική δεν είναι απλώς αυτό που γεμίζει το στομάχι μας αλλά ότι είναι και πολιτισμός. Πολιτισμός είναι να σεβόμαστε τα υλικά, τις μεθόδους παρασκευής και τον τελικό καταναλωτή (είτε είναι η οικογένειά μας είτε ο πελάτης στο εστιατόριό μας). Ας μας γίνει επιτέλους συνείδηση.


Δεν υπάρχουν σχόλια: