9 Ιουνίου 2011

«Κρεοπωλείον»: Αυστηρώς για εραστές του καλού κρέατος





Οι Έλληνες αγαπάμε το κρέας. 


Το τρώμε στα σπίτια μας, το τρώμε κι όταν βγαίνουμε έξω. 


Αλλά--μια στιγμή: Ξέρουμε πραγματικά από καλό κρέας;


Ε, λοιπόν, όχι. Πώς αλλιώς εξηγείται ότι καταδεχόμαστε να τρώμε λιγδιάρικους, πανάλμυρους γύρους∙ μπριζόλες με όψη, υφή και γεύση σόλας (μαμά, για σένα λέω!)∙ φιλέτα καρβουνιασμένα και πνιγμένα σε ετοιματζήδικες σάλτσες∙ κοτόπουλα με γεύση φελιζόλ∙ και άλλες ανάλογες... κρεατολιχουδιές. 


Ωστόσο υπάρχουν και εστιατόρια που ξέρουν από καλό κρέας. Ξέρουν να το διαλέξουν και ξέρουν να το μαγειρέψουν. Ένα από αυτά είναι το «Κρεοπωλείον» στη Θεσσαλονίκη, το οποίο με προσκάλεσε να δοκιμάσω το νέο του μενού.






Ήταν η δεύτερη φορά μου στο Κρεοπωλείο. Η πρώτη ήταν ελάχιστες μέρες αφότου είχε ανοίξει και με είχε αφήσει μάλλον απογοητευμένη, γεγονός που απέδωσα στη νεότητα του εστιατορίου. Μάλλον είχα δίκιο γιατί η δεύτερη φορά μού άφησε πολύ θετικές εντυπώσεις.


Στο Κρεοπωλείο δίνουν πολύ μεγάλη σημασία στις πρώτες ύλες. Όπως μου τόνισε ο σεφ και συνιδιοκτήτης Διονύσης Παπανικολάου, τα πάντα φτιάχνονται επιτόπου και τίποτα δεν είναι ετοιματζίδικο. Αυτό φαίνεται--κυρίως στις γεύσεις, η οποίες είναι καθαρές, ισορροπημένες και χωρίς φλυαρία.


Ξεκινήσαμε τη δοκιμή με ορεκτικά: Μελιτζανοσαλάτα, πάπρικα, τυροσαλάτα και ρώσικη. Οι δύο πρώτες έκλεψαν την παράσταση.




Μια εξαιρετική μελιτζανοσαλάτα. Αν και συνήθως δεν εκτιμώ τις μελιτζανοσαλάτες με μαγιονέζα, αυτή ήταν ισορροπημένη, χωρίς έντονη γεύση αυγού και με άρωμα καπνιστής μελιτζάνας αλλά χωρίς καθόλου πίκρα από μελιτζάνας.




Η πάπρικα ήταν γλυκια και καθόλου όξινη, ελάχιστα πικάντικη (όσο πρέπει, δηλαδή). Άρεσε πολύ στους περισσότερους από μας.



Οι φλογέρες με φύλλο κρούστας, τυρί Μπρι και προσούτο Πάρμας ήταν πολύ πιο ωραίες από τις συνηθισμένες φλογέρες χάρη στην χρήση Μπρι, που έδινε.. μπρίο (μα τι ωραία που τα λέω) και κρεμώδη υφή στη γέμιση.





Οι πράσινες σαλάτες που δοκιμάσαμε ήταν νόστιμες και του γούστου μου (μου αρέσουν οι πολύπλοκες σαλάτες με ντρέσινγκ και τέτοια) αλλά μού φάνηκαν άσχετες με το concept του εστιατορίου. (Στο θέμα αυτό θα επανέλθω στο τέλος.)




Τα επόμενα που δοκίμασα ήταν ημοσχαρίσια γλώσσα (πολύ γευστική, έλιωνε στο στόμα), καβουρμάς σχάρας και καβουρμάς με αυγό «μάτι» και τηγανιτές πατάτες. Ως φαν του καβουρμά, τον εξετίμησα δεόντως αν και μού φάνηκε λίγο υπερβολή στον ήδη λιπαρό καβουρμά να προσθέσεις τηγανιτά.





Τα τυριά (μπάτζος τηγανιτός και γκριλούμι--δηλαδή χαλούμι Κοζάνης--στη σχάρα) μάς καθάρισαν με την ευχάριστη οξύτητά τους τον ουρανίσκο ώστε να περάσουμε στο κυρίως πιάτο--παρόλο που είχα ήδη χορτάσει.



Πρώτος ήρθε ο γύρος, ο οποίος όμως δεν έχει μεγάλη σχέση με τον γύρο που βρίσκουμε σε σουβλατζίδικα. Ο συγκεκριμένος ήταν από λαιμό και παντσέτα θηλυκού ζώου (είναι, με πληροφόρησε ο σεφ, πιο νόστιμο από το αρσενικό) και λιγότερο λιπαρός από τον συνηθισμένο γύρο. Δεν είμαι πολύ φανατική του γύρου οπότε δεν θα ισχυριστώ ότι ήταν το αγαπημένο μου πιάτο.



Πολύ περισσότερο μου άρεσε η μπριζόλα (αντρεκότ, για την ακρίβεια) Αμερικής, η οποία έρχεται από τα λιβάδια του Κάνσας. Ο κτηνοτρόφος ακολουθεί μεθόδους σαν αυτές που χρησιμοποιούνται στο μοσχάρι Kobe, με αποτέλεσμα κρέας τρυφερό, με πλούσια γεύση και καλή κατανομή του λίπους. Ακόμη περισσότερο με ικανοποίησε το γεγονός ότι το κρέας ήταν ψημένο όπως ακριβώς μου αρέσει, δηλαδή à point (δηλαδή μέτριο: ροζ μέσα αλλά όχι σενιάν). Τα περισσότερα εστιατόρια έχουν την κακή συνήθεια να γκαγκανιάζουν το κρέας μέχρι να γίνει κάρβουνο, ακόμα κι αν το ζητήσεις μέτριο. Το Κρεοπωλείο δείχνει να σέβεται την πρώτη ύλη του (και τον πελάτη του).


Ενδιαφέρουσα ήταν η γεύση και του γαλλικού αντρεκότ: Πιο πικάντικη και επιθετική, με μια δόση βαρβατίλας. Το κρέας ήταν πιο σκληρό από το αμερικάνικο αλλά και πάλι ήταν σωστά ψημένο.




Καλά λόγια έχω να πω και για τα σουτζουκάκια από βουβαλίσιο κιμά και για τα λουκάνικα Τζουμαγιάς: είχαν πλούσια γεύση, σωστά καρυκεύματα και ωραία, ζουμερή υφή. 




Είχα σκάσει μετά από τόσα εδέσματα και παραλίγο να μη δοκιμάσω το μοσχαρίσιο κότσι με χυλοπίτες, καθώς η εμφάνισή του δεν με εντυπωσίασε. Ευτυχώς που οι συνδαιτημόνες με παρότρυναν να το δοκιμάσω, γιατί τα φαινόμενα απατούσαν τα μάλα: Ήταν εξαιρετικά τρυφερό και πολύ νόστιμο.


Η βραδιά έκλεισε με επιδόρπιο και λικεράκι. 


Αρχικά ήρθε ο κορμός σοκολάτας που κερνάει πάντα το μαγαζί. Και τώρα θα πρέπει να γκρινιάξω λίγο: Το κέρασμα του γλυκού είναι μια ωραία χειρονομία αν το γλυκό είναι αντάξιο του υπόλοιπου γεύματος. Αν, όμως, είναι κατώτερο, στον πελάτη μένει η μέτρια γεύση και εντύπωση του γλυκού. Λοιπόν, ο κορμός του Κρεοπωλείου δεν ήταν σε καμία περίπτωση αντάξιος των λοιπών εδεσμάτων και θα προτιμούσα να λείπει από τον κατάλογο, ακόμα κι αν προσφέρεται δωρεάν.


Ευτυχώς μας δόθηκε η ευκαιρία να δοκιμάσουμε δυο πολύ καλά γλυκά από τις «7 θάλασσες», το αδερφάκι του Κρεοπωλείου: το πολύ καλό μιλφέιγ και το θαυμάσιο παγωτό λουκούμι (σερβίρεται με μπισκοτάκι πτι μπερ α λα μπισκοτολούκουμο).




Αν είχα πάει στο Κρεοπωλείο ως πελάτης, θα προτιμούσα να μου προσφέρουν μια μπουκίτσα μιλφέιγ ή δυο κουταλιές παγωτό λουκούμι αντί για τον αδιάφορο κορμό. Ακόμα καλύτερο θα ήταν αν η κάρτα περιλάμβανε ένα ή δύο καλά γλυκά, επιλεγμένα ώστε να κλείσουν όμορφα ένα γεύμα κρεοφαγίας. 




Ήπιαμε κρασιά Batasiolo αλλά οι λάτρεις του ελληνικού κρασιού δεν χρειάζεται να ανησυχούν. Η λίστα του κρασιού έχει αρκετές καλές επιλογές από τον ελληνικό αμπελώνα. 


Όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς μελετώντας τον κατάλογο του Κρεοπωλείου, έχει επιλογές σχεδόν για όλα τα γούστα. Άλλωστε αυτός μοιάζει να ήταν και ο στόχος των ιδιοκτητών και του σεφ: Κάτι για όλους. Ωστόσο, έχω την άποψη ότι αυτή η προσέγγιση μπορεί να αποβεί σε βάρος ενός καλού εστιατορίου. Πιστεύω ότι είναι προτιμότερο ένα εστιατόριο να έχει ένα σαφές και ειδικευμένο concept, το οποίο και να υπηρετεί. Στο Κρεοπωλείο το concept είναι ασαφές: Όλα κρέας; Σίγουρα δεν είναι η κλασική χασαποταβέρνα αλλά ούτε και απλώς μια πιο σύγχρονη εκδοχή της. Πιάτα κρέατος από τη διεθνή και την ελληνική κουζίνα; Συνύπαρξη παραδοσιακών, ελληνικών γεύσεων με διεθνείς πινελιές, πάντα με βάση το κρέας; Δυσκολεύομαι να αντιληφθώ το concept που βάζει στην κάρτα καβουρμά Ξάνθης δίπλα σε σνίτσελ α λα κρεμ∙ή ριζότο με porcini και παρμεζάνα δίπλα σε σάλτσα πάπρικα. 


Κατά τη γνώμη μου, εκεί εντοπίζεται η μεγαλύτερη αδυναμία του μενού, η οποία αδικεί τα νόστιμα επιμέρους πιάτα και το «ψάξιμο» των ιδιοκτητών. Θα προτιμούσα το Κρεοπωλείο να καθιερωθεί ως π.χ. η σύγχρονη ελληνική χασαποταβέρνα με εμμονή στην άριστη πρώτη ύλη και στο τέλειο μαγείρεμα, παρά να είναι απλώς μια ακόμα σύγχρονη χασαποταβέρνα ανάμεσα στις άλλες. Νομίζω ότι με λίγο πιο σαφές branding, το Κρεοπωλείο μπορεί να αποτελέσει γαστρονομικό ορόσημο για τους κρεατοφάγους της Θεσσαλονίκης.




Ποιον θα έφερνα εδώ; Τον φίλο από την επαρχία που ισχυρίζεται ότι ξέρει τα πάντα γύρω από το κρέας∙ τον συνεργάτη μου για ένα γεύμα εργασίας∙ ολόκληρη την οικογένεια για ένα περιποιημένο οικογενειακό δείπνο. 

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Έγραψες πάλι!
Μιάου...